Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2008

Τρίχες...

Όλοι μας έχουμε πέσει θύματα της ακαταμάχητης
γοητείας της. Άνδρες και Γυναίκες. Ή αν θες,
Γυναίκες και Άνδρες. Κι αν σε παρασύρει ...

Σε τέρπει.
Σε φέρνει σε δύσκολη θέση.
Σε τυφλώνει.
Σε κουφαίνει.

Ωστόσο δε σε κάνει γουρούνι,
σαν κάποιους που ψάχναν την Ιθάκη τους.
Ή μήπως σε κάνει;...

Ο λόγος για την ... Κολακεία.

Μέρα Σαββάτου.
Κάπου στο καταναλωτικό χάος του Παγκρατίου,
ξεφύτρωσα κι εγώ, έχοντας ξεκλέψει λίγο
χρόνο μέσα σε ένα διάστημα που τρέχω όσο
πότε. Πάτησα λοιπόν PAUSE.

Άφησα την καθημερινότητα να τρέχει δίπλα μου
με τα σοβαρά και ασήμαντά της
και είπα να μαζέψω τα ασυμμάζευτά μου
... μαλλιά.

Συνεπής στο ραντεβού μου στο κομμωτήριο/μπαρμπέρη,
-- διαλέξτε αυτό που σας ταιριάζει --
τάραξα την όσφρησή μου με εκείνη την εσάνς που δεν
έχει όνομα, αλλά την ξέρεις: ένα μείγμα φαρμακείου,
βιομηχανικού αερίου και κολόνιας.

Αφού με κάθισαν σε μία wonnabe μεταμοντέρνα καρέκλα,
περίμενα τη σειρά μου παρατηρώντας γύρω μου
και σχολιάζοντας σιωπηρά.

Μπες λίγο στο κλίμα. Ο θόρυβος γνώριμος.
Άθλια μουσική και ήχος από πιστολάκια μαζί.
Οι κομμώτριες και οι κομμωτές (;) γυρόφερναν
και πέταγαν μαργαριτάρια σαν τις λουλουδούδες
στα μπουζούκια.

Αν δε σου λέει τπτ εσένα ποιοτικέ αναγνώστη αυτό,
εν ολίγοις... το περιβάλλον ήταν:
Μπεζαντάκου - Μέγαρο Μουσικής 1-0.

Το μάτι μου, αφού σκάναρε ότι έπεφτε στο πεδίο βολής του,
έπεσε πάνω στην πλάτη μίας καρέκλας, από όπου προεξείχε
απλά.. ένα κεφάλι. Το σώμα ήταν τόσο, που καλύπτονταν.

Περίεργο κεφάλι. Τί κι αν ο καθρέφτης απέναντί του μου
επέτρεπε άνετα να δω σε ποιον ανήκε, δε βιάστηκα.
Περιορίστηκα στο

... αποψιλωμένο να το πω;
... άδεντρο να το πω;

Όχι. Θα το θέσω ωμά. ΦΑΛΑΚΡΟ θα το πω.
Δεν ήταν όμως deep κατα deep έτσι.
Είχε μία τούφα .. (λέμε τώρα) κάπου μπροστά,
λίγο μετά το μέτωπο, ανεβαίνοντας το skull δεξιά.
Αλλά πίσω.. Λίγο πάνω από το λαιμο, πλούσια "βλάστηση"
μα με κενά.

Πολλά κενά. Το φόβητρο της ψείρας.
Δε θα κατασκήνωνε με τπτ εκεί. Και με γυμνό μάτι
θα την έβλεπες να σου γνέφει.

Το εν λόγω κεφάλι ανήκε σε μία ήσυχη ηλικιωμένη
γυναίκα. Ας μην περεξηγηθώ όμως εδω. Η ως άνω
περιγραφή, εξυπηρετεί τον τελικό σκοπό μου και
δεν έχει στόχο να τη γελοιοποιήσει.

Με όση δύναμη λοιπόν διέθετε η γιαγιά,
κρατιόταν από τα χερούλια της wonnabe μεταμοντέρνας
καρέκλας, που ο πωπός της δεν είχε γνωρίσει προφανώς
ως τότε. Όχι. Όλα τα καλά του κόσμου είχαν στη Σμύρνη,
αλλά τέτοιες καρέκλες, δεν είχαν. Σίγουρα πράματα.

Ποιος ξέρει όμως γιατί βρέθηκε εκεί;

-Μπορεί να είναι η αθεράπευτη ματαιοδοξία της
που αρνείται πεισματικά να συμφιλιώθει με την
ηλικία των 99.
-Μπορεί όμως να είναι και σεβαστή επιθυμία της
να τιμήσει τον εγγονό της με μία περιποιημένη
παρουσία στο γάμο του, πριν κλείσει τα μάτια της.

Δε θα διαλέξω.
Δεν το ξέρω.
Δεν με απασχολεί.
Δε θα την κρίνω.

Το θέμα όμως είναι εδώ.
Ξαφνικά λοιπόν, το Παράλογο, με Π, χτυπάει την
πόρτα της σκέψης μου. Το βλέπω να πρωταγωνιστεί
στο δικό του θέατρο. Στο πλάνο μου λοιπόν,
εισέρχεται η κομμώτρια -κάπου στην 3η δεκαετία
της ζωής της. Και δεν είναι μόνη!!!

Πλησιάζοντας τη γιαγιά, που ανέμενε καρτερικά,
σέρνει από πίσω της ένα τρέιλερ. Σωστό τραίνο.
Τέσσερις ρόδες. Τ Ρ Ι Α πατώματα, γεμάτα από
εργαλεία και ρόλεϊ!!! Και σε πολλά χρώματα!!!

ΠΟΥ ΠΑΣ ΚΟΠΕΛΙΑ ΜΕ ΤΟΣΟ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ;;;;;;;;;

Πού θα τον αξιοποιήσεις.
Τρεις , τέσσερις τρίχες θα καλλωπίσεις.
Για την ακρίβεια, θα τις αναστηλώσεις.
Τί τον θες όλον αυτόν το συμφυρμό μαζί σου;
Πού θα τον εφαρμόσεις;;;

Εκτός κι αν πέρασες τη γιαγιά για απολίθωμα
και πας για ανασκαφή. Πάσο.

Τα ρέστα μου.

Παράλογο;
Παράλογο;
Δεν απαντάει.
Άρα, λογικό.

Δε θα το πιστέψετε. Τον εφήρμοσε.
Καλά, τη γιαγιά, τη λυπήθηκα.
Για την ακρίβεια όχι τόσο αυτή,
όσο τις λιγοστές της τρίχες, που
τις βασάνιζε αδίστακτα η ατάλαντη
κομμώτρια - αρχαιολόγος.

Έδεσε τις τρείς τούφες της πάνω στη βούρτσα
και της τράβαγε να τις ισιώσει ώστε να τυλίξει
μέσα τους τα ρόλεϊ.

Μη κοπελιά. ΜΗ !!!
Θα σου μείνει στο χέρι. Η τούφα.
Και η γιαγιά μετά.

ΕΛΕΟΣ -
Και σα να μην έφτανε όλο αυτό το θέατρο του
Παραλόγου, ακούω το άφταστο... το ασύλληπτο
σχόλιο:

Η κομμώτρια - συντηρητής αρχαίων έργων τέχνης,
είδε πως η γιαγιά το φυσούσε (Burberry τσάντα γαρ)
και αποβλέποντας σε ένα γερό TIP (ναι, παίρνουν κι
οι κομμώτριες, εκτός από τις καυτές γκαρσόνες) της
πετά το σχόλιο:

"Καλά, δεν το συζητώ. Έχετε πολύ ωραίο μαλλί".

Ναι. Κι εγώ ΚΑΓΚΕΛΟ έμεινα.
Δεν πίστευα στα αυτιά μου.
Η γιαγιά δε μίλησε.
Δεν ξέρω αν μπορούσε βέβαια...
Και φυσικά δεν ξέρω τί σκέφτηκε.

Ξεφυλίζοντας ένα έντυπο, έπεσα πάνω στα
λόγια του Αριστοτέλη: "Κανένας άνθρωπος
με ανώτερη μόρφωση και τιμιότητα δεν κυριεύεται
από αυτό το ελαττωμα, γιατί οι καλοί μπορεί να
αισθάνονται στοργή για τους φίλους αλλά δεν τους
κολακεύουν". Κι έτσι θυμήθηκα το περιστατικό.

Θυμάσαι και την ταινία ΕL GRECO; Πόσο ενόχλησε
η αποτύπωση της αλήθειας;

Δε μου αρέσουν οι κόλακες.
Αλλά ούτε και οι άνθρωποι που τρέφουν το εγώ τους
με κολακείες, ακόμα κι αν τις αξίζουν.
Ή που αρέσκονται να ακούνε τους άλλους να
τους παινεύουν. Ή που αγαπούν εκείνους που τους
θαυμάζουν και μισούν εκείνους που θαυμάζουν οι ίδιοι.

"Να περάσουμε να λουστούμε;" μου είπε ο/η υπάλληλος
του καταστήματος και διέκοψε τις σκέψεις μου.
"Ορίστε;"..."Ναι, βέβαια" αποκρίθηκα φωναχτα.
"Γιατί;; Μαζί θα κάνουμε μπάνιο" αποκρίθηκα σιωπηρά...

by Balekos

Mιλώντας για τρίχες.....