Μια μέρα, συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος
της γης, όλα τα συναισθήματα και όλες οι
αξίες του ανθρώπου.
Το λόγο πήρε πρώτη Τρέλα:
"Γεια σου, είμαι η Τρέλα", είπε στην Ανία.
"Συστηθήκαμε; Δε συστηθήκαμε!
Είμαι η Τρέλα", της είπε ξανά.
"Κάπου σε ξέρω εσένα" ξανα-απευθύνθηκε
στην ίδια. "Ναι, ναι. Είμαι η Τρέλα!...
Θες να παίξουμε κρυφτό;" πρότεινε στην Ανία,
που κοιτούσε αποσβολωμένη.
Το Ενδιαφέρον, σήκωσε το φρύδι. Περίμενε να
δει τί θα ακολουθήσει. Γνωστή προπέτης η
Περιέργεια, πετάχτηκε χωρίς να κρατηθεί:
"Τί είναι.. κρυφτό;".
Λίγο πιο δίπλα, ο Ενθουσιασμός άρχισε να
χορεύει με την Ευφορία, μα η Ανία, έψαχνε
να βρει... πού είναι η πιο κοντινή Εφορία,
να πνίξει τη Διασκέδαση.
Η Χαρά, άρχισε να πηδά πάνω κάτω, ελπίζοντας
να πείσει το Δίλημμα και την Απάθεια να
συμμετάσχουν στο παιχνίδι.
Η Αλήθεια, στεκόταν ανένδοτη και λυπημένη:
Ήξερε ότι ούτως ή άλλως.. θα αποκαλυπτόταν.
Η Δειλία, δεν ήθελε να ρισκάρει.
Η Υπεροψία, έβρισκε το παιχνίδι ανόητο -
δεν ήθελε να χάσει το χρόνο της έτσι.
Η Τρέλα, ασυγκράτητη, άρχισε να μετρά:
"5, 10, 15, 20, 25 ... "
Η πρώτη που κίνησε να κρυφτεί, ήταν η ..
Τεμπελιά! Μην εκπλήσσεσαι. Πήγε ως τον
πρώτο βράχο που βρήκε και κάθισε από πίσω.
Η Ζήλεια, κρύφτηκε στη σκιά της Δόξας και
του Θριάμβου. Αυτοί οι δυό, αχώριστοι.
Η Γενναιδωρία δεν μπορούσε πουθενά να βρει
να κρυφτεί. Όπου και να έστρεφε το βλέμμα
της, σκεφτόταν πως θα ήταν μια καλή θέση
για κάποιον άλλον από τους φίλους της. Ας
μην τους τη στερήσει! Κι έτσι, κρύφτηκε
σε μία ηλιαχτίδα.
Ο Εγωισμός; Βρήκε αμέσως κρυψώνα. Καλό μέρος,
βολικό. Μόνο γι' αυτόν.
Το Ψέμα, βούτηξε στη θάλασσα. Κολύμπησε...
ως τον πυθμένα της.
Το Πάθος και ο Πόθος δε φοβήθηκαν.
Για ακόμη μια φορά.
Μπήκαν στον πιο κοντινό κρατήρα ηφαιστείου
που συνάντησαν. Δίχως δεύτερη σκέψη.
Ο Έρωτας όμως... ακόμα ψάχνει.
Για καλή του τύχη, βρήκε ένα θάμνο
από τριαντάφυλλα. Γεμάτος από τέτοια.
Κόκκινα. Κατακόκκινα. Τόσο, που θα τα
ζήλευε και το Πάθος.
Η Τρέλα έφτασε στο 1000.
Βγήκε να ψάξει. Δίχως να κρατά το χέρι
της Λογικής.
Πρώτη.. Ποιά βρήκε;
Σωστά. Την Τεμπελιά.
'Ενιωσε το ρυθμό του Πάθους και του
Πόθου στον πάτο του ηφαιστείου και τους
ξετρύπωσε.
Αφού βρήκε την ανήσυχη Ζήλεια...
βρήκε γρήγορα και το Θρίαμβο.
Επόμενο ήταν. Εύκολο.
Το Δίλημμα, αναποφάσιστο, στεκόταν πρόδηλο.
Το τσάκωσε κι εκείνο.
Όλους τους βρήκε.
Όλους ;;
Τον Έρωτα; Ακόμα.
Έψαξε παντού.
Πίσω από δέντρα.
Πάνω στα δέντρα.
Μέσα στα δέντρα.
Πίσω από βράχους.
Πίσω από κάθε κορφή βουνού.
Ήταν έτοιμη να τα παρατήσει.
Βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα,
αλλά από τα νεύρα της, άρχισε να
τον κουνάει δυνατά, σχεδόν ανελέητα.
'Ωσπου, ξάφνου, άκουσε τον ήχο του Πόνου.
'Ηταν αυτός του Έρωτα, που τα αγκάθια του
είχαν ματώσει τα μάτια.
Η Τρέλα, δεν ήξερε πώς να επανορθώσει.
Έκλαιγε.
Φώναζε.
Ζητούσε συγγνώμη.
Στο τέλος, υποσχέθηκε στον Έρωτα, πως θα
γινόταν συνοδός του. Οδηγός του. Αχώριστοι.
Κι από τότε, ο Έρωτας ήταν πάντα τυφλός.
Κι η Τρέλα, τον συνοδεύει.. παντοτινά.
επιμέλεια και προσαρμογή by Balekos
Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009
Αληθινό .. παραμύθι !
Αναρτήθηκε από ΤΡΕΙΣ ΚΙ Ο ΚΟΥΚΟΣ... στις 11:20 μ.μ.
Ετικέτες B.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλια:
Τέλος καλό, όλα καλά λοιπόν :)
Δημοσίευση σχολίου