Δεκαπενταύγουστος. Έξι το πρωί. Έξω τραγουδάνε τα τζιτζίκια κι εγώ σκεπασμένη μέχρι τον λαιμό με μάλλινη κουβέρτα. Κάτι δεν πάει καλά εδώ...
Εν πλω για την Αντίπαρο. Η θάλασσα λάδι κι όμως κουνιόμαστε. Η γραμμή του ορίζοντα δεν είναι ευθεία. Ο μπούσουλας είναι που γέρνει ή το καράβι;
Σ' ένα βραχάκι, ψαρεύοντας. Ένα τέταρτο περιμένω να τσιμπήσει. Το μοναδικό ψάρι που βλέπω γυροφέρνει το αγκίστρι χωρίς να το πλησιάζει. Ίσως ξέρει ότι κατά βάθος δεν θέλω να το σκοτώσω κι ότι ήρθα για να χαζολογήσω...
Περασμένα μεσάνυχτα. Χυμένη σε μια ξαπλώστρα κοιτάζω τα αστέρια. Τι κοιτάζω; Λες και ξέρω να τα διαβάζω ή πιστεύω σε αυτά. "...κι αν τα τραίνα τρέχουν σε γραμμές, τα άστρα καβαλάνε οι ψυχές..." λέει ένα τραγουδάκι. Αν κρίνω από αυτό που βλέπω, πρέπει να υπάρχει πολυκοσμία 'εκεί πάνω'. Πού είσαι;
by V.