Άμα πάρεις το 550 που πάει προς Κηφισιά, κάνεις σε διάστημα μισής ώρας το γύρο του κόσμου. Κι αν όχι το γύρο του κόσμου, από Παρίσι κι από Αβάνα περνάς σίγουρα. Χωρίς να ξοδέψεις πάνω από 0.80 ευρώ. Άντε, 0.50, αν είσαι φοιτητής ή γενικά δικαιούσαι μισό εισιτήριο. Κι άμα δε με πιστεύεις, τσέκαρε τις στάσεις του και θα δεις. Εγώ, που λες, σήμερα το πήρα και προς την Κηφισιά και προς το κέντρο. Όχι ότι έχει σημασία, αλλά κάπως πρέπει να περάσω σ’ αυτό που θέλω να πω στη συνέχεια. Για το καινούριο μου mp3 (μάλλον mp4, όπως με πληροφόρησαν , αλλά δε βαριέσαι..για μένα όλα το ίδιο είναι), το οποίο με τροφοδοτούσε με μουσικές σε όλη τη διαδρομή. Ενέδωσα κι εγώ στη μόδα του ακουστικού στο αυτί, αν και δεν είμαι σίγουρη ότι έκανα καλά. Μέχρι τώρα ποτέ δεν άκουγα μουσική στο δρόμο (εννοώ περπατώντας, γιατί στο αμάξι εντάξει, δεν γίνεται χωρίς μουσική). Μου αρέσει να ακούω τους ήχους της πόλης, αγαπώ ακόμη και τη φασαρία της. (Κι ύστερα, αν είχα ακουστικά στ’ αυτιά δε θα μπορούσα να ακούσω τις προάλλες εκείνα τα τιτιβίσματα στη Φιλελλήνων, που όσο κι αν σήκωσα ψηλά το κεφάλι μου, δεν κατάφερα να ανακαλύψω από πού προέρχονται. Υπάρχουν τιτιβίσματα στην πόλη, ακόμη και στο κέντρο, στις μεγάλες λεωφόρους. Αν αφουγκραστείς προσεκτικά, θα το δεις.) Αποφάσισα ότι πρέπει να αλλάξω τακτική στο τελευταίο μου ταξίδι με το κτελ, όπου αναγκάστηκα να υποστώ τα σκυλάδικα που μας είχε βάλει ο οδηγός στα μεγάφωνα, μετανιώνοντας αυτή την άρνησή μου ως προς την αγορά mp3. Βρέθηκα, λοιπόν, την προηγούμενη βδομάδα σε ένα καινούριο κατάστημα ηλεκτρικών ειδών και επί τη ευκαιρία πήρα και το mp3(4).
Ναι, εντάξει, η μουσική είναι όμορφο να σε συνοδεύει στον περίπατό σου. Αλλά εγώ από την πρώτη στιγμή άρχισα να έχω δεύτερες σκέψεις. Σαν να μου φαίνεται καλύτερα ήμουν με τις κόρνες και τα μαρσαρίσματα… γιατί τώρα που ακούω μουσική, ακούω αναπόφευκτα και στίχους (γιατί μέχρι στιγμής στο δρόμο μόνο ραδιόφωνο ακούω) κι αυτό με βάζει στη διαδικασία να σκέφτομαι. Κι εντάξει, πάντα σκέφτομαι όταν περπατάω μόνη μου (και ποιος δεν το κάνει;), αλλά άλλη αυτή η ενδοσκόπηση κι άλλη αυτή που κάνεις υπό το βάρος κάποιου στίχου…η δεύτερη μου πέφτει πιο βαριά, η μουσική υπόκρουση με μελαγχολεί. Ίσως τελικά να προτιμώ το soundtrack της πόλης.
Τι άκουσα σήμερα στην πόλη; Τις φωνές των Αφρικανών που πουλάνε τσάντες και πορτοφόλια πιστά αντίγραφα μεγάλων οίκων, και της αστυνομίας. Περίμενα Μητροπόλεως και Φιλελλήνων για να περάσω στο φανάρι και ξάφνου πέρασε ξυστά δίπλα μου αλαφιασμένος ένας Αφρικάνος με την πραμάτεια του τυλιγμένη σε ένα σεντόνι. «Ντου της αστυνομίας», σκέφτηκα. Αφού πέρασα απέναντι διαπίστωσα ότι αρκετά πορτοφόλια του είχαν σκορπίσει στο δρόμο κι αυτός δίσταζε να γυρίσει και να τα μαζέψει. Τελικά αποφάσισε να επιστρέψει και ακολουθώντας τον με το μάτι είδα 2 τύπους της δημοτικής αστυνομίας να κλωτσάνε τις τσάντες και τα πορτοφόλια των Αφρικάνων, που είχαν σκορπίσει στο δρόμο. Αυτοί πήγαιναν να τα μαζέψουν κι οι αστυνομικοί τους τα τράβαγαν από τα χέρια και τα πετούσαν. Είχα αρχίσει να νευριάζω κι ήμουν σχεδόν έτοιμη να πάω να τους πω ότι δεν είναι τρόπος αυτός να φέρονται, ώσπου είδα έναν από τους Αφρικανούς να σπρώχνει τον έναν από τη δημοτική αστυνομία, αυτός να προσπαθεί να ανταποδώσει το σπρώξιμο και γενικά να γίνεται ένας μικρός χαμός. Πλάκωσαν μετά και 2 αστυνομικοί, άρχισαν να κυνηγάνε τον έναν Αφρικανό… «θα νομίζουν κι ότι κάτι κάνουν», σκέφτηκα, «για την ασφάλεια των πολιτών..αυτή είναι η ασφάλεια, αλήθεια;;».
Στ’ αυτιά μου ακούω «δεν είναι ο κόσμος ιδανικός, για τα ταξίδια είναι δανεικός, για να ’χει όνειρα να κάνει ο ενικός..»
Τέλος πάντων, συνέχισα τον δρόμο μου, σ’ έναν παράδρομο της Κριεζώτου κόσμος μαζεμένος και κάποιος μίλαγε σε ένα μεγάφωνο για την Ολυμπιακή (άλλη πληγή αυτή, από πού να αρχίσεις και πού να τελειώσεις), στην Ακαδημίας πορεία των δημοσιογράφων (νομίζω), στη Σταδίου άλλη πορεία, συνθήματα, σημαίες (και ποιος ακούει, αλήθεια;), στην παλιά Βουλή μπροστά από το άγαλμα του Κολοκοτρώνη ένα τόσο δα κοριτσάκι –δε θα’ ναι ούτε 3 χρόνων- με κόκκινο φόρεμα, κόκκινο καλσόν και κατακόκκινα παπουτσάκια μαγεύεται από τα λουλούδια και μπαίνει μέσα στο παρτέρι. Συνεχίζω το δρόμο μου και στ’ αυτιά μου ο Παύλος ψιθυρίζει:
«Όταν πεθαίνει γύρω κάθε ομορφιά
ακούω το σφυγμό σου να χτυπάει
μέσα στο στήθος μου για λίγο σταματάει
ο πόνος έστω και για λίγο σταματάει
Όταν πεθαίνει η ομορφιά παντού τριγύρω
σε ψάχνω γύρω αλλά σε βρίσκω εντός μου
γύρω απ' τον ήλιο σου κάνω έναν γύρο
και προσγειώνομαι σ' έναν καινούριο κόσμο
Κατρακυλάω μέσα στον ύπνο μου σα βράχος
ακούω σκυλιά να ουρλιάζουνε και τρέχεις
καθώς ξυπνάω μου ψιθυρίζεις να προσέχεις
πώς άντεξες τόσο καιρό μονάχος
Όταν πεθαίνει γύρω κάθε ομορφιά
ένα πουλί χτυπάει στα τζάμια και πεθαίνει
πάνω απ' την πόλη η ψυχή του ανεβαίνει
και ζωγραφίζει στον ορίζοντα φτερά
Λα λα λα ...
Όταν πεθαίνει γύρω κάθε ομορφιά
γίνεται ο κόσμος γυάλινα κομμάτια
μα έτσι όπως με κοιτάς μ' αυτά τα μάτια
ο πόνος έστω και για λίγο σταματάει…»
Μπήκε φθινόπωρο στην πόλη κι είναι όμορφα…
C.